Ένα φιλμ για την τροφή μας.
Της Τάνιας Γεωργιοπούλου
Μια αποκαλυπτική ματιά στον τρόπο παραγωγής της τροφής μας. Το αυστριακό ντοκιμαντέρ που προβλήθηκε σε avant premiere στις 14 Μαρτίου στον κινηματογράφο Ideal, στην Αθήνα, καταγράφει με τον πιο ωμό τρόπο πόσο λίγο σεβόμαστε και υπολογίζουμε την τροφή μας.
Όμορφες, καλοζωισμένες αγελάδες βόσκουν κάτω από τις ζεστές ακτίνες του ήλιου σε ένα καταπράσινο λιβάδι. Αυτή η ειδυλλιακή εικόνα όσον αφορά την παραγωγή τροφής (όλοι το ξέρουμε πλέον) υπάρχει μόνο στο μυαλό μας και στις διαφημίσεις και απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Μόνο που δεν μπορούμε ούτε καν να φανταστούμε πόσο μακριά.
«Ο Aρτος ημών ο επιούσιος» του Νικολάους Γκεϊάλτερ είναι ένα ντοκιμαντέρ από την Αυστρία που δείχνει αυτό ακριβώς, τη διαδικασία παραγωγής της τροφής μας, απόλυτα βιομηχανοποιημένη, προγραμματισμένη και ελεγχόμενη από hi-tech ανθρώπινες εφευρέσεις, αντικειμενικά χωρίς κραυγές. Άλλωστε, όπως θα καταλάβει όποιος παρακολουθήσει την ταινία, η σιωπή είναι περισσότερο τρομακτική. Το φιλμ κέρδισε το ειδικό βραβείο της Επιτροπής στο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ του Άμστερνταμ και θα βγει στις αίθουσες στην Ελλάδα τις επόμενες ημέρες.
Ξεκινά με την εικόνα του χώρου αποθήκευσης ενός σφαγείου όπου χιλιάδες ζώα κρέμονται από τα τσιγγέλια, ενώ ένας υπάλληλος ντυμένος σαν αστροναύτης καθαρίζει το πάτωμα με νερό. Περπατάει και καθαρίζει και περπατάει και συνεχίζει να περπατάει... Θα πρέπει να διανύει χιλιόμετρα κάθε μέρα ανάμεσα σε εκατομμύρια κρεμασμένα νεκρά ζώα. Το ίδιο τεράστιο είναι και το θερμοκήπιο στο επόμενο πλάνο, ατέλειωτες οι αγελάδες που στοιβάζονται σε ελάχιστο χώρο, άπειρα τα γουρούνια που μεταφέρονται μέσα στο τεράστιο φορτηγό. Η παραγωγή τροφίμων σήμερα βασίζεται στην ελαχιστοποίηση του κόστους. Και το κόστος μειώνεται όσο μεγαλώνουν τα μεγέθη και η παραγωγή βιομηχανοποιείται. Μηχανές μαζεύουν τη σοδειά, ρομπότ ψεκάζουν τα φυτά και άλλα μηχανήματα καθαρίζουν τα ψάρια. Σύντομα, αποδοτικά, σχεδόν «μαγικά» γίνονται όλες οι δουλειές στη σύγχρονη πλήρως αυτοματοποιημένη διαδικασία παραγωγής τροφίμων. Όλα θα ήταν τέλεια, αν δεν επρόκειτο για ζωντανούς οργανισμούς. Όμως τα μικρά κοτοπουλάκια που ξεδιαλέγονται με εξαιρετική ταχύτητα και μαεστρία και τα «άχρηστα» εξ αυτών καταλήγουν στον κάλαθο με τα σκουπίδια, ενώ τα υπόλοιπα εκσφενδονίζονται στους χώρους όπου θα ζήσουν τη σύντομη ζωή τους, είναι ζωντανά. Και τα μικρά γουρούνια που μπαίνουν στη μηχανή του προκρούστη για να μαρκαριστούν είναι ζωντανά. Και οι αγελάδες που περιμένουν υπομονετικά να αρμεχτούν και τα βόδια που συνειδητοποιούν ότι πρόκειται να πεθάνουν. Αλλά και τα φυτά που ψεκάζονται από ψηλά και τα άλλα που μέσα στα θερμοκήπια «φυτρώνουν» μέσα σε σακούλες γεμάτες λίπασμα και ξεριζώνονται από το τεχνητό χώμα τους μόλις βγάλουν τον καρπό τους, και αυτά είναι ζωντανά. Και κυρίως, αποτελούν στοιχεία του οικοσυστήματος αυτού του πλανήτη. Δεν υπάρχουν μόνο για δική μας «χρήση». Δεν είναι απλώς μηχανές παραγωγής τροφής, είναι οργανισμοί - κομμάτια ενός θαυμαστού κόσμου στον οποίο και εμείς ανήκουμε.
Ο σκηνοθέτης διάλεξε τους φυσικούς ήχους ως μουσική υπόκρουση έτσι ώστε ο θεατής να χάνεται μέσα στο εργαστηριακό hi-tech περιβάλλον χωρίς τίποτα να του αποσπά την προσοχή, να αλλοιώνει την αίσθηση του στεγνού βιομηχανοποιημένου κόσμου. «Ο στόχος ήταν να προβάλουμε τις πραγματικές συνθήκες και να αφήσουμε αρκετό χώρο για σκέψη σε συνδυασμό με μακρινά πλάνα. Οι θεατές μπορούν έτσι να διαμορφώσουν τη δική τους άποψη.»
Οι σκηνές της σφαγής των ζώων ίσως τελικά να μην είναι το περισσότερο σοκαριστικό στοιχείο της ταινίας όπως θα περίμενε κανείς. Πιο απόκοσμο και ανατριχιαστικό είναι το ύφος και η συμπεριφορά των ανθρώπων που χειρίζονται τα ζώα σαν να αγγίζουν ένα οποιοδήποτε αντικείμενο. Η ατμόσφαιρα της αποξένωσης, της εργαστηριακής παραγωγής όπου ο άνθρωπος στην πραγματικότητα δεν έχει θέση αναδεικνύεται στην ταινία. Αυτός άλλωστε ήταν και ο στόχος του σκηνοθέτη. «Ήθελα να συγκεντρώσω και να παρουσιάσω στο κοινό εικόνες από τη διαδικασία της παραγωγής τροφίμων, παρουσιάζοντας αυτόν τον κόσμο όσο το δυνατόν περισσότερο αντικειμενικά. Αυτό που το κάνει συναρπαστικό είναι οι μηχανές και η αίσθηση ότι όλα είναι εφικτά, οι επινοήσεις και η οργανωτικότητα του ανθρώπινου πνεύματος τόσο κοντά με τον τρόμο και την αναισθησία. Φυτά και ζώα μεταχειρίζονται σαν οποιαδήποτε άλλα προϊόντα, το μόνο που έχει σημασία είναι η εύρυθμη λειτουργία του συστήματος», λέει ο Nikolaus Geyhalter. To κυριότερο ή μάλλον το μόνο θέμα είναι τα ζώα αυτά να μεγαλώσουν όσο φθηνότερα γίνεται και να φτάσουν στο σφαγείο όσο το δυνατόν «άθικτα» και τα επίπεδα των ορμονών στρες να είναι κάτω από τα νόμιμα όρια. «Κανένας δεν δίνει σημασία αν τα ζώα αυτά είναι ευτυχισμένα ή όχι. Και αν αυτό το θεωρήσετε σκάνδαλο, θα πρέπει να προχωρήσετε ένα βήμα περισσότερο. Μεγαλύτερο σκάνδαλο είναι το πώς ζούμε. Γιατί αυτή η οικονομική «άσπλαχνη» αποδοτικότητα βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τον τρόπο ζωής μας», εξηγεί. Με αυτήν την αγορά που όλοι εμείς αποτελούμε, που απαιτεί φθηνά, κομψά άφθονα, τρόφιμα προκειμένου να χορτάσουμε περισσότερο τον καταναλωτισμό παρά την πείνα και τη δίψα μας. Η ποιότητα μετράει πολύ λίγο ή και καθόλου σε αυτή τη διαδικασία. Δεν αποτελεί στόχο της βιομηχανίας, δεν είναι άλλωστε απαίτηση της «αγοράς».
Και αν αγοράζουμε βιολογικά; Ή τρώμε λιγότερο κρέας; Δεν είναι μια αντίδραση, μία αντίσταση σε αυτήν την κατάσταση; «Δεν είναι κακό. Την ίδια στιγμή όμως είναι κάτι σαν «συγγνώμη» γιατί όλοι απολαμβάνουμε τα φρούτα της αυτοματοποίησης και της βιομηχανοποίησης κάθε μέρα, μια πράξη που επηρεάζει πολύ περισσότερους τομείς από το φαγητό», απαντάει ο σκηνοθέτης της ταινίας.
Ο τίτλος της ταινίας έχει άραγε και κάποιες θρησκευτικές προεκτάσεις; «Ο τίτλος παραπέμπει στην ιστορία του πολιτισμού μας και εξαιτίας του θρησκευτικού συσχετισμού που μπορεί κάποιος να κάνει, οι επιπτώσεις του πώς συμπεριφερόμαστε στις φυσικές πηγές αυτού του πλανήτη ή στα πλάσματα συγκατοίκους μας φαντάζουν ακόμα πιο τρομακτικές», λέει ο Nikolaus Geyhalter. «Γιατί βέβαια κάποιος κινεί αυτές τις μηχανές, κάποιος ελέγχει την παραγωγή, κάποιος σκάβει για να θαφτούν τα απομεινάρια της τροφής μας, τα χέρια και τα πόδια των ζώων που δεν χρειαζόμαστε», συμπληρώνει.
Το «Ο Άρτος ημών ο επιούσιος» (Unser täglich Brot) τελικά δεν παρουσιάζει μόνο πώς παράγουμε την τροφή μας, αλλά κυρίως καταγράφει με τον πιο ωμό τρόπο πόσο λίγο τη σεβόμαστε και την υπολογίζουμε... Και ας μη μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτήν.
Πηγή: "ΟΙΚΟ" - Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ Δείξε μου περισσότερα γιατί είμαι περίεργος...